исходатайствовать - ορισμός. Τι είναι το исходатайствовать
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι исходатайствовать - ορισμός


исходатайствовать      
ИСХОД'АТАЙСТВОВАТЬ, исходатайствую, исходатайствуешь, ·совер., что (офиц., ·канц. ). Выхлопотать, добиться ходатайством. Исходатайствовать пенсию.
исходатайствовать      
сов. перех. разг.
Добиться чего-л. ходатайством; выхлопотать.
ИСХОДАТАЙСТВОВАТЬ      
получить что-нибудь путем ходатайства.
П. пособие.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για исходатайствовать
1. Остающиеся более указанного времени обязаны исходатайствовать все необходимые документы для машины и шофера на общем основании... 18.
2. Зато выбранный маршрут был более привлекательным с точки зрения получения помощи от государства, и оргкомитету действительно удалось исходатайствовать у правительства 100 тыс. рублей.
Τι είναι исходатайствовать - ορισμός